Γιώργος Αρμένης: Ο Τουρισμός στη Ζάκυνθο πρέπει να αλλάξει

Ο ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΖΑΚΥΝΘΟ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ

Τις τελευταίες δεκαετίες το νησί μας βιώνει το αρνητικό φαινόμενο των χαμηλών τιμών του τουριστικού μας προϊόντος, τόσο διεθνώς (η μέση κατά τουρίστα δαπάνη μιας εβδομάδας είναι 1.600 ευρώ στην Ισπανία, 1.400 ευρώ σε Πορτογαλία και Ιταλία και μόλις 600 ευρώ στην Ελλάδα) όσο και στην Ελλάδα (ο μέσος όρος διανυκτέρευσης στη Ζάκυνθο σε καταλύματα όλων των κατηγοριών ανέρχεται στα 65 ευρώ για ένα δίκλινο δωμάτιο, έναντι των 110 ευρώ στα νησιά του Αιγαίου).

Μια πρώτη προσέγγιση του φαινομένου της υποβαθμισμένης τουριστικής εισπραξιμότητας στο νησί μας, αποκαλύπτει αρκετές βασικές αιτίες. Η πρώτη απορρέει από τον χρόνιο προσανατολισμό του νησιού στην τουριστική εκμετάλλευση των ‘πακέτων’ του μαζικού, εποχιακού, μη ποιοτικού τουρισμού. Οι τουρίστες αυτών των ‘πακέτων’, κατευθύνονται συνήθως σε ‘γερασμένα’ καταλύματα χαμηλότερης ποιότητας. Πρόκειται κυρίως για τα ‘πακέτα all inclusive’, με πελάτες που παραμένουν τον περισσότερο χρόνο των διακοπών τους εντός των καταλυμάτων, λόγω των περιορισμένων οικονομικών τους δυνατοτήτων. Αυτή η επιλογή των ‘πακέτων all inclusive’ έχει πάρει μεγάλη έκταση στο νησί και υποβαθμίζει την τουριστική αξία της Ζακύνθου, ενώ ταυτόχρονα στερεί την οικονομική διάχυση πόρων προς άλλες επιχειρήσεις (εστιατόρια, σνακ μπαρ κλπ). Αρκετές φορές υλοποιείται ανεξέλεγκτα εντός καταλυμάτων τα οποία δεν διαθέτουν ούτε τις προδιαγραφές και την απαιτούμενη άδεια εστιατορίων του ΕΟΤ.

Μια άλλη αιτία υποεισπραξιμότητας είναι η μαζική δημιουργία μεγάλων τουριστικών μονάδων, τεσσάρων ή πέντε αστέρων, που λειτουργούν με πολύ χαμηλότερες τιμές εκμετάλλευσης σε σχέση με την κατηγορία τους. Για την ανέγερσή τους χρηματοδοτούνται από κεφάλαια προκαταβολών που τους καταβάλλουν μεγάλοι μονοπωλιακοί τουριστικοί πράκτορες του εξωτερικού. Τα κεφάλαια αυτά τους παρέχονται χωρίς τόκο, με ορίζοντα εξόφλησής τους τα 8-10 έτη συνεργασίας, και απαραίτητη προϋπόθεση τη διατήρηση χαμηλών τιμών εντελώς αναντίστοιχων της κατηγορίας τους. Όμως αυτή η τακτική, η οποία συνιστά αθέμιτο ανταγωνισμό προς τις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν τραπεζικά έντοκα κεφάλαια για την υλοποίηση των δικών τους τουριστικών επενδύσεων, παρασύρει προς τα κάτω τις τιμές εκμετάλλευσης όλων των υπόλοιπων τουριστικών καταλυμάτων.

Επιπλέον, αυτά τα καταλύματα πολλές φορές κατασκευάζονται σε υποβαθμισμένες περιοχές (φτηνή αγορά οικοπέδων) που δεν διαθέτουν στοιχειώδεις υποδομές. Κατά τη λειτουργία τους, σε μια προσπάθεια συγκράτησης του κόστους, δημιουργούν περιβαλλοντικούς κινδύνους (μη χρήση βιολογικού, απόρριψη λυμάτων κ.α.), με αποτέλεσμα να δυσφημούν περιβαλλοντικά την Ζάκυνθο.

Οι τεχνικά χειραγωγημένες τιμές εκμετάλλευσης των τουριστικών υπηρεσιών από τους μεγάλους ‘tour operators’, που επιθυμούν να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους, στερούν πολύτιμους πόρους από την τοπική ιδιωτική οικονομία, την τοπική και περιφερειακή αυτοδιοίκηση, με αρνητικές συνέπειες στη βιωσιμότητα επιχειρήσεων και στην υλοποίηση των απαραίτητων υποδομών.

Τέλος, η υποτιμολόγηση του τουριστικού μας προϊόντος έχει άμεση σχέση και με την απουσία οποιουδήποτε οργανωμένου φορέα σχεδιασμού, ανάπτυξης και εποπτείας στον τουριστικό τομέα, που θα λειτουργούσε ως ανάσχεση στις ολιγοπωλιακές τάσεις της αγοράς. Η απουσία ενός παρόμοιου μηχανισμού έχει πολλαπλές αρνητικές επιπτώσεις. Πέραν της προφανούς έλλειψης ελέγχου των τουριστικών δραστηριοτήτων, δεν δημιουργήθηκαν στο νησί μας οι κατάλληλες συνθήκες (οργανωμένες δράσεις και εμπειρίες πολιτισμού, ιστορίας, θρησκείας, περιβαλλοντικών δραστηριοτήτων, γαστρονομίας, αθλητισμού κλπ) για να αποκτήσει ένα ισχυρό, ποιοτικό ‘brand name’, μια ποιοτική ταυτότητα στην τουριστική αγορά. Έτσι επικράτησε το μοντέλο του μαζικού, εποχιακού τουρισμού, που προσέφερε μεν βελτίωση των εισοδημάτων, όμως σήμερα εμφανίζει μια σειρά σοβαρών αρνητικών επιπτώσεων και δείχνει ότι δεν μπορεί να αποτελέσει μελλοντικά βιώσιμη λύση.

Πράγματι όλοι αντιλαμβάνονται ότι το σύνολο των τουριστικών μονάδων στην Ζάκυνθο και ο τρόπος λειτουργίας τους υπερβαίνουν τις δυνατότητες που διαθέτει το νησί σε φυσικούς πόρους και υποδομές για να συνεχίσει να υποστηρίζει περαιτέρω αριθμητική αύξηση των εποχιακών επισκεπτών της.
Η ποιότητα ζωής των κατοίκων, κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες, υποβαθμίζεται αισθητά, ενώ δεν υπάρχουν, παρά τις μεμονωμένες προσπάθειες, εναλλακτικές προοπτικές.

Και ο κίνδυνος επέκτασης του πιο επιθετικού μοντέλου μαζικού τουρισμού, του μοντέλου ‘Λαγανά’, και σε άλλες περιοχές του νησιού, θέτει επιτακτικά την ανάγκη ανάσχεσής του και αλλαγής πορείας, πριν η Ζάκυνθος καταστραφεί οριστικά.

Υπάρχει λοιπόν άμεσα ανάγκη από ένα σχέδιο που θα την οδηγήσει στη βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη, δηλαδή στη διαχείριση όλων των πόρων με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να εκπληρώνονται οι οικονομικές, κοινωνικές και αισθητικές ανάγκες ενώ παράλληλα θα διατηρείται και η πολιτιστική ακεραιότητα του τόπου. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα επιτευχθεί ισόρροπη τοπική ανάπτυξη, και θα ανακοπεί η επί δεκαετίες συνεχιζόμενη υποβάθμιση του περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής των κατοίκων. Το θέμα είναι σύνθετο και απαιτεί σοβαρή προσπάθεια (θα αναλυθεί σε άλλο κείμενο). Όμως επιβάλλεται η ύπαρξη του επιτελικού-ελεγκτικού φορέα που προαναφέρθηκε, για τη στενή παρακολούθηση του συνόλου των απαιτούμενων δράσεων της μετάβασης στο νέο μοντέλο βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης.

The post Γιώργος Αρμένης: Ο Τουρισμός στη Ζάκυνθο πρέπει να αλλάξει appeared first on ZANTETIMES.GR.