«Απαράδεκτα υψηλός αριθμός παράτυπων μεταναστών» λέει η Γερμανία για την επιβολή ελέγχων

Η γερμανική κυβέρνηση εξηγεί με επιστολή της στην Κομισιόν την απόφασή της

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

Για «συνεχιζόμενη ανησυχητική κατάσταση» στα γερμανικά σύνορα και για «απαράδεκτα υψηλό» αριθμό παράτυπων εισόδων στη χώρα κάνει λόγο η ομοσπονδιακή υπουργός Εσωτερικών Νάνσι Φέζερ στην επιστολή της προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την οποία ενημερώνει για την απόφαση του Βερολίνου να επαναφέρει ελέγχους κατά μήκος των συνόρων. Στην επιστολή αναφέρεται σε «δραματική υποβάθμιση του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών» μετά τα πρόσφατα βίαια εγκλήματα και περιγράφει την Διαδικασία του Δουβλίνου ως «αυξανόμενα δυσλειτουργική».

Οι ομοσπονδιακοί πόροι έχουν «σχεδόν εξαντληθεί», γράφει η κυρία Φέζερ στην επιστολή της, την οποία αποκαλύπτει το περιοδικό Der Spiegel και αναφέρεται σε “διαρκώς επιδεινούμενη ήδη τεταμένη κατάσταση” στους δήμους και τις κοινότητες στο θέμα στέγασης μεταναστών. «Οι μεταναστευτικές υπηρεσίες αγγίζουν όλο και περισσότερο τα όρια του τι μπορούν να αντέξουν οικονομικά σχετικά με την υποδοχή, την διαμονή και την φροντίδα», λέει ο υπουργός, η οποία προειδοποιεί μάλιστα για τον κίνδυνο «υπερβολικής επιβάρυνσης της αλληλεγγύης της κοινωνίας». Οι απειλές για τη δημόσια ασφάλεια και τάξη πρέπει να αποτραπούν, συνεχίζει η κυρία Φέζερ, αναφερόμενη στην ισλαμιστική τρομοκρατία και στα πρόσφατα περιστατικά «επιθέσεων με μαχαίρι και άλλων βίαιων εγκλημάτων από πρόσφυγες, τα οποία οδήγησαν σε δραματική υποβάθμιση του αισθήματος ασφάλειας και εσωτερικής ειρήνης της κοινωνίας». Η υπουργός Εσωτερικών εκφράζει ακόμη την ανησυχία της για την «αυξανόμενη δυσλειτουργικότητα» της Διαδικασίας του Δουβλίνου.

Αντιδράσεις από τη Γαλλία για τη γερμανική απόφαση

Με ανησυχία και προβληματισμό αντιμετωπίζουν Τύπος και αναλυτές στη Γαλλία τις επιπτώσεις που ενδέχεται να έχει στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων στην Ευρώπη η πρόσφατη απόφαση της γερμανικής κυβέρνησης να επαναφέρει τους ελέγχους στα σύνορα της χώρας, σε μια προσπάθεια  να μειώσει την παράνομη μετανάστευση και να καταστήσει τη Γερμανία “λιγότερο ελκυστική ως χώρα υποδοχής”».

«Η γερμανική κυβέρνηση εξαπατά τον λαό της προτείνοντας ότι το μεταναστευτικό πρόβλημα θα επιλυθεί στα εσωτερικά σύνορα» υποστηρίζει στην γαλλική εφημερίδα Liberation ο Γκέρχαρντ Νάους, Αυστριακός πολιτικός επιστήμονας, που έθεσε τα θεμέλια του μεταναστευτικού συμφώνου ΕΕ -Τουρκίας το 2016 για τη μείωση της παράνομης μετανάστευσης, και προειδοποιεί: «Οι Γερμανοί ελπίζουν να πυροδοτήσουν μια αλυσιδωτή αντίδραση σε άλλες χώρες. Το φαινόμενο του ντόμινο θα μπορούσε να βυθίσει την Ευρώπη της Σένγκεν στην πιο σοβαρή κρίση της, από την δημιουργία της το 1985»

Η γερμανική πρωτοβουλία μπορεί να ανησυχήσει τους γείτονές της, με ορισμένους να φοβούνται ένα «φαινόμενο ντόμινο», σημειώνει από την πλευρά της η γαλλική εφημερίδα Les Echos υπογραμμίζοντας την άρνηση της Αυστρίας να δεχτεί άτομα που επιστρέφουν από τη Γερμανία, αλλά και την καταγγελία της Βαρσοβίας για «απαράδεκτη» απόφαση.

«Στο παρελθόν, όταν είχαν επανεισαχθεί τέτοιοι συνοριακοί έλεγχοι, οι πληχθείσες γειτονικές χώρες απάντησαν καθιερώνοντας επίσης ελέγχους, συχνά εις βάρος της ελεύθερης κυκλοφορίας ανθρώπων και αγαθών», σημειώνει στην ίδια εφημερίδα η Έλενα Χαν εκ μέρους της της δεξαμενής σκέψης European Policy Center και διερωτάται: « Θα μπορέσει η Γερμανία, όπως θέλει, να στείλει πίσω περισσότερους μετανάστες, όταν η συμφωνία των γειτονικών χωρών είναι απαραίτητη και ορισμένοι, όπως η Αυστρία, έχουν ήδη πει ότι δεν θα δεχτούν καμία μεταφορά; »

Η επιστροφή στο χάος του 2020 και του 2021, της εποχής Covid είναι στο μυαλό όλων, σημειώνει η εφημερίδα, υπενθυμίζοντας, ότι λίγα χρόνια νωρίτερα, η καταπολέμηση της τρομοκρατίας ήταν αυτή που δικαιολογούσε τον πολλαπλασιασμό των ελέγχων.

Το 2023 τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα «αποκατέστησαν την τάξη», υπό την ηγεσία της Γαλλίας, που είχε τότε την εκ περιτροπής προεδρία της ΕΕ, αναφέρει ο εμπειρογνώμονας του ινστιτούτου Ντελόρ Ζερόμ Βινιον υπενθυμίζοντας ότι είχαν αποφασίσει πως«οι εξαιρέσεις από τους κανόνες Σένγκεν πρέπει να έχουν ακριβή δικαιολόγηση και οποιαδήποτε παράταση πρέπει να αιτιολογείται».