Καθώς οι συζητήσεις περί ναυαγίων, μελετών και “rebranding” του τουρισμού γεμίζουν τις σελίδες των ψηφιακών και μη εφημερίδων, το μυαλό μου πήγε νοερά στους Ινδιάνους της “άγριας δύσης”. Ο καθένας με τα προβλήματά του – θα μου πείτε – αλλά πραγματικά δεν ξέρω τι με οδήγησε σε αυτόν τον συνειρμό. Ίσως τα μποτιλιαρίσματα και οι σαπουνάδες στη θάλασσα, το αίσθημα της λειψυδρίας δίπλα στην πισίνα ή μάλλον πρόωρες γεροντοπαραξενάδες. Δεν είμαι σίγουρος. Τέλος πάντων, να τι θυμήθηκα για τους Ινδιάνους.
Αυτοί οι κακομοιριασμένοι ιθαγενείς, που κατοικούσαν εκείνη τη γη για χιλιάδες χρόνια πριν την εμφάνιση των λευκών και πλαδαρών εξερευνητών, είχαν γίνει ο μόνιμος βραχνάς των ΗΠΑ στην προσπάθεια επέκτασης των συνόρων προς τα δυτικά. Βρε τι επιδρομές, βρε τι σφαγές, εκείνοι εκεί αγέρωχοι να υποστηρίζουν ότι θέλουν να μείνουν εκεί που ζούσαν οι πρόγονοί τους. Βλέπετε, είχαν και το θέμα ότι δεν πίστευαν στην ιδιοκτησία γης, οπότε τα αντιμετώπιζαν όλα με συναισθηματικό τρόπο.
Οι επαναστάσεις τελείωσαν, οι εμφύλιοι ξεκίνησαν, και οι Αμερικάνοι σκεφτόντουσαν πώς θα πάρουν τη γη από τους Ινδιάνους. Κάποια στιγμή, κάποιες χριστιανικές ιεραποστολές ξεχύθηκαν στη Δύση για να διαδώσουν τον Χριστιανισμό στους “άπιστους ιθαγενείς”. Αφού έφαγαν καμπόσα σμπάρα και βέλη οι πρώτοι ιεραπόστολοι και αφότου έμαθαν ότι στους Ινδιάνους αρέσει σαν δώρο το αλκοόλ, οι χριστιανικές ιεραποστολές ίδρυσαν σχολεία στις άγριες αυτές περιοχές. Αυτό ήταν! Η αμερικανική κυβέρνηση βρήκε στα σχολεία αυτά τη λύση. Όχι μόνο θα τους περιόριζαν σε μια συγκεκριμένη περιοχή, αλλά θα τους έστελναν δικούς τους δασκάλους ώστε όσοι καταφέρουν να επιβιώσουν να γίνουν ίδιοι με τους “εξελιγμένους” λευκούς.
Το σχέδιο πέτυχε, πέρα από τις κακοποιήσεις και τους συνεχόμενους μυστηριώδεις θανάτους παιδιών, οι μαθητές μάθαιναν την ιστορία που είχε πλάσει η εξουσία που ήθελε να τους καταστρέψει. Από τις ιστορίες ένδοξων πολεμιστών που προστάτευαν με κάθε κόστος την οικογένειά τους, οι νέες γενιές μάθαιναν για τους καλούς κονκισταδόρες που έφεραν τον πολιτισμό στους άγριους της Αμερικής.
Με αυτά που ακούω το τελευταίο καιρό, για την μεγάλη ευκαιρία, την χρυσή στιγμή, την καλή μας τύχη που μάθαμε ότι το ναυάγιο έχει και ιστορική αξία. Δεν ξέρω πλέον ποιος είναι πιο επικίνδυνος: ο άνθρωπος που δεν ξέρει την ιστορία και την παράδοσή του ή αυτός που την αγνοεί εσκεμμένα και δημιουργεί καινούριες ιστορίες και παραδόσεις μόνο προς όφελός του.
Αγαπητέ μου, δεν ξέρω αν πετύχαμε το λαχείο, αλλά μακάρι να σωθεί αυτό το έρμο τσιγαράδικο που η μοίρα του έτυχε να ξεβραστεί, όπως και τόσα άλλα σκουπίδια, στις ακτές του νησιού αυτού. Αλλά οφείλουμε να σταματήσουμε αυτό το φεστιβάλ προσβολής της τοπικής μας παράδοσης και ιστορίας. “Συμμετείχε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τώρα θα κάνουμε ‘rebranding’ γιατί είναι η ιστορία μας”. Άμα ήταν έτσι, για τα καΐκια που πήραν τους εγκλωβισμένους στη Δουνκέρκη θα έπρεπε να είχαν φτιαχτεί 100 μουσεία.
Αν ψάξει κανείς τα ημερολόγια των πλοίων, γενικά σε όλο τον κόσμο, μπορεί να δει ότι τα πλοιάρια χρησιμοποιούνται πολλαπλώς κατά τη διάρκεια της ζωής τους και αλλάζουν χρήσεις συχνά, ειδικά σε περίπτωση πολέμου.
Αγαπητή μου, δεν είναι η ιστορία σου το τσιγαράδικο. Η ιστορία σου είναι εκείνοι οι ένδοξοι πολεμιστές που υπερασπίστηκαν την Κρήτη στην πτώση του Χάνδακα, ο Κουτούβαλης και τα γυναικόπαιδα πάνω στο κάστρο που κατατρόπωναν τους Οθωμανούς για έναν ολόκληρο μήνα μέχρι να τους διαλύσει ο συμμαχικός στόλος στη Ναυμαχία του Λεπάντο, ο Διονύσιος δε Ρώμας και η Επιτροπή Ζακύνθου που έσωσε την ελληνική επανάσταση, ο Μαρτελάος που φωνάζει ακόμα στα “εσκορπισμένα ελληνικά κόκκαλα να λάβουν πνοήν και να ιδούν το Γένος εις την πρώτη του τιμή”, το αίμα το ριζοσπαστικό που άντεξε τις πληγές και τις εξορίες και σκούντηξε τα θεμέλια της βρετανικής κυριαρχίας.
Η λίστα μπορεί να μεγαλώσει εις αιεί, και οι ξεχασμένες ψυχές να πληθαίνουν γύρω σου και να γυρίζουν αδύναμες πλέον, ψάχνοντας να γίνουν έστω μια ανάμνηση. Κανείς δεν θα μιλήσει για αυτές τις ψυχές, μόνο κάτι τρελοί τις θυμούνται. Κάμποσες τις έχουμε αμπαριάσει σε κάτι μουσεία – αποθήκες για να κοιμόμαστε ήσυχοι ότι δεν θα μας ενοχλήσουν. Σαν εκείνους τους κακόμοιρους τους Ινδιάνους, λοιπόν, τώρα μας φέρνουν μπροστά μας για να αποστηθίσουμε νέες ιστορίες που είναι ξένες. Για να γεμίσει μια ξαπλώστρα και μια πλαστική καρέκλα σε κάποιο σκαφάκι, πρέπει να εγκαταλείψουμε τις ιστορίες των ελεύθερων ανθρώπων που μεγαλούργησαν σε αυτόν τον τόπο. Και ας αφήσουμε τις νέες γενιές να μην ξέρουν ποιος πάτησε το χώμα που πατούν τώρα εκείνοι. Δεν φόραγαν όλοι περούκες, μήτε μεταξωτά, ούτε κυνηγούσαν την πριγκιπέσα της γκιόστρας. Δεν είναι μόνο αυτά παράδοση.
Ας απαιτήσουμε, λοιπόν, κι άλλες μελέτες για ξένα κουφάρια, και ας μην κοιτάξουμε άλλο προς το φωταγωγημένο κάστρο που δεν θα υπάρχει πια – και αν επιζήσει, θα βγάλουμε καμία ιστορία ότι από εκεί πολεμούσε ο Κολοκοτρώνης – τις καμάρες στο Αργάσι, τις δεκάδες παρατημένες βαρδιόλες, τα νεκροταφεία που αποτελούν αληθινά μουσεία γλυπτών. Είσαι έτοιμος να γίνεις Ινδιάνος ή έχεις γίνει ήδη; Εξάλλου, ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να μην γνωρίζουν οι πολίτες την ιστορία τους είναι να τους κάνεις να πιστέψουν πως δεν έχουν.
The post Πάνος Αμπελάς: Οι Ινδιάνοι, το «Ναυάγιο» και οι γεροντοπαραξενάδες appeared first on ZANTETIMES.GR.